29 Νοε 2008

Χαλβάς

Μια κλασική συνταγή χαλβά με σιμιγδάλι για μεγάλη φόρμα.
Είναι δική μου τροποποίηση σε συνταγές που βρήκα.
Δοκιμάστε την, μπορεί να σας αρέσει κι έτσι.

Υλικά

1 Φλ. τσαγιού λάδι (ηλιέλαιο καλύτερα).

1/2 κιλό σιμιγδάλι χονδρό

1 Φλ. τσαγιού σπόρους (ηλιόσπορο, κουκουναρόσπορο, σουσάμι, καρύδι ψιλοκομένο, σταφίδες κλπ.), (στο τέλος).

Σιρόπι

7 Φλ. τσαγιού νερό

1/2 Φλ. τσαγιού μαύρη ζάχαρη

1 Φλ. τσαγιού μέλι (στο τέλος)

1/2 κουτ. τσαγιού κανέλλα

1/2 πορτοκαλιού το ξύσμα

Σκεύη

Θα χρειασθούμε 2 διαφορετικού μεγέθους σκεύη (κατσαρόλες), 1 μεγάλο κουτάλι, 1 πιάτο, τον τρίφτη για το ξύσμα, 1 ξύλινη ίσια σπάτουλα ζαχαροπλαστικής (να μην την έχετε χρησιμοποιήσει στο μαγείρεμα και πάρει μυρωδιά ο χαλβάς), 1 κουτάλα τρυπητή, 1 φόρμα και 1 πιατέλα που θα γυρίσουμε την φόρμα. Την καθαρή πετσέτα μην ξεχάσετε.

Σημείωση, Αν δεν έχετε όλα τα υλικά έτοιμα και τα σκεύη, μην ξεκινάτε...ψυχραιμία λοιπόν.

Εκτέλεση


- Ανάβουμε και τα δύο μάτια σε δυνατή φωτιά, μέχρι να ζεσταθεί το λάδι...

- Στη μικρότερη κατσαρόλα βάζουμε να βράσουν τα υλικά για το σιρόπι.

- Στη μεγαλύτερη ρίχνουμε το λάδι και το αφήνουμε να κάψει, όχι να καπνίσει. Ρίχνουμε το σιμιγδάλι ανακατεύοντας συνέχεια, συνεχίζουμε μέχρι να ροδίσει ελαφρά (όχι να καεί).
- Στο μεταξύ το σιρόπι έχει βράσει για 2~3 λεπτά και το κλείνουμε. Το βγάζουμε από τη φωτιά και ρίχνουμε το μέλι.
- Στο σιμιγδάλι πάλι, προς το τέλος ρίχνουμε τους σπόρους για να μην καούν. Χαμηλώνουμε τη φωτιά και δυναμώνουμε τον απορροφητήρα, (εδώ θα χρειαζότανε και λίγη βοήθεια), ρίχνουμε σιγά σιγά το σιρόπι, με μεγάλη προσοχή γιατί αφρίζει και βγάζει πολύ ατμό, προσοχή στα μάτια και τα χέρια σας.
- Ανακατεύουμε καλά και το σκεπάζουμε με μια πετσέτα για 5 λεπτά. Το βάζουμε σε μεγάλη φόρμα και το αφήνουμε να κρυώσει για 10 ~ 15 λεπτά. Το σερβίρουμε πασπαλισμένο με κανέλα και σουσάμι άψητο αν υπάρχει.

Αν εκτελέσετε τη συνταγή ακριβώς θα βγει ελαφρά γλυκό...οπότε κανονίστε τα γλυκαντικά σας ανάλογα.

Καλοφάγωτο ...και μην ξεθαρρεύετε έχει ~ 300 θερμίδες η μερίδα.

17 Μαΐ 2008

Μέσ' το μυαλό μου


Τα 'βαλα μεσ' το μυαλό μου
κατηγόρησα το εαυτό μου
τ' άφησα να μ' επηρεάσουν
και τους άλλους να δικάσουν

όλοι ίσοι μέσα στην ζωή
αυτά σκεφτόμουν το πρωί
ήρθε κι έπεσε σκοτάδι
όλα είναι αλλιώς το βράδυ

οι κοιλιές ξεγυμνωμένες
οι γυναίκες ξαναμμένες
με ποτά και με τσιγάρα
και στο βάθος με κιθάρα

ένα της παράπονο μας λέει
ψάχνει νάβρει τι της φταίει
έδωσε ψυχή και σώμα
πάνω στο παλιό το στρώμα

ένα δάκρυ της κυλάει
μόνο ψίχουλα ζητάει
αλλιώς της τα 'χαν περιγράψει
περίμενε το κορμί ν΄ ανάψει

ψάχνει να βρει μια ματιά
που θ' αγγίξει την καρδιά
μα όλο στο κενό κοιτάζει
μοναξιά που την τρομάζει

βγήκα για να πάρω αέρα
και πεθύμησα τη μέρα
βιάσου ήλιε να φωτίσεις
μέσ' τη νύχτα μη μ' αφήσεις

30 Απρ 2008

Της φωνής σου ο αχός

Πήγε της φωνής σου ο αχός
μέσ' τα σοκάκια του μυαλού
μια μέρα ακόμα είμαι μοναχός
και συ να τριγυρνάς αλλού

πόντο τον πόντο έσκαψες
μεσ' τα γκρεμνά του νου
στην καρδιά μου έγραψες
τα μυστικά του ουρανού

φύλαξες το φως κι αλλού
με σκιά έφτιαξες γιορντάνια
οι σκέψεις μου σαν κουρελού
να ταξιδεύουν στα ταβάνια

Πήγε της φωνής σου ο αχός
μέσ' τα σοκάκια του μυαλού
μια νύχτα ακόμα είμαι μοναχός
και συ να ξαγρυπνάς αλλού

2 Απρ 2008

Χάρης

Άλλη μια χειμωνιάτικη μέρα τελείωνε. Ο Χάρης άνοιξε το μοναδικό παράθυρο του σπιτιού που ήταν στην κρεβατοκάμαρα και κοίταξε ψηλά στον ουρανό. Λίγα μαύρα σύννεφα τρέχανε εκεί, σχηματίζοντας περίεργες μορφές και σχήματα. Γύρισε τα μάτια του προς την πόλη που απλωνόταν κάτω προς τη θάλασσα. Εκεί η κατάσταση ήταν χειρότερη, διάσπαρτη η θάλασσα με άσπρα προβατάκια που αν συνέχιζε να φυσά, θα γίνονταν σα βουβάλια. Έχασε κάθε διάθεση να κατέβει στο χωριό, το χειμωνιάτικο τοπίο κάθε άλλο παρά ελκυστικό ήταν. Έκλεισε το παράθυρο βιαστικά και ξαναγύρισε στη ζέστη του κρεβατιού του. Η σύντομη αυτή επαφή του με την κρύα ατμόσφαιρα τον έκανε να μη θέλει να το αποχωριστεί. Έψαξε ένα γύρω να βρει το τηλεχειριστήριο, αλλά με την ακαταστασία της προηγούμενης βραδιάς, ήταν κάπως δύσκολο. Σήκωσε μερικά περιοδικά με το ένα χέρι, που είχε βγάλει από τα σκεπάσματα, αλλά μάταια. Έμεινε ξαπλωμένος ανάσκελα να κοιτά το ταβάνι, προσπαθώντας να ερμηνεύσει τα διάφορα παραμορφωμένα σχήματα που έφτιαχνε η σκιά, από το φως της λάμπας. Το τηλέφωνο τον έβγαλε από τις σκέψεις του και μ' ένα ύφος ενοχλημένο έψαξε να το βρει. Μετά το πέμπτο κουδούνισμα, το βρήκε κάτω από μερικά ρούχα του.

  • Μπρος είπε με βραχνή φωνή από τον ύπνο.

  • Ρε βλαξ κοιμάσαι, άκουσε τη φωνή του φίλου του, σε λίγο νυχτώνει και είσαι ακόμα ξάπλα;

  • Γιατί ρε συ πού θα βρω καλύτερα από το κρεβάτι μου;

  • Ετοιμάσου και κατέβα σε περιμένουμε στου Στέλιου.

  • Ποιοι είσαστε εκεί;

  • Ρε άσε την ανάκριση και ξεκούνα, σε περιμένουμε.

  • Καλά θα το σκεφτώ...

Άφησε το ακουστικό να πέσει πάνω στο τηλέφωνο βιαστικά λες και θα τον έκαιγε και ξανάβαλε το χέρι μέσα στα σκεπάσματα. Τι να φορέσω, σκέφτηκε. Έφερε στο μυαλό του την ακατάστατη εργένικη ντουλάπα του και απογοητεύτηκε με το αποτέλεσμα. Στο πλάι της ντουλάπας, μαζί με κάποια κρεμασμένα πουκάμισα στην κρεμάστρα, είδε το παλιό του τζιν, πολυφορεμένο αλλά καθαρό. Κάτι θα πρέπει να κάνω γι’ αυτήν την κατάσταση σκέφτηκε. Αύριο θα ξεκινήσω να μαζεύω τα ρούχα, είπε με το σταθερό κλισέ του εργένη, "αύριο", σκέφτηκε.

Ντύθηκε καλά για να αντιμετωπίσει τον άσχημο καιρό που είχε έξω και κατηφόρισε προς το μαγαζί του Στέλιου. Δεν πέρασε πολλή ώρα από το τηλεφώνημα και έφτασε στο καφενείο. Βρήκε την παρέα του να κάθεται στο βάθος, γύρω από δυο μαρμάρινα τραπεζάκια. Πάνω τους ο πρώτος γύρος με μεζέ, είχε κιόλας εγκατασταθεί.

  • Ένα καθαρό”, φώναξε ο Μητσάρας στον Στέλιο τον καφετζή.

  • Έφτασεεε του απάντησε αυτός μιμούμενος το Χατζηχρήστο.

Η παρέα είχε κέφι, καλά έκανα και ήρθα σκέφτηκε ο Χάρης. Κοίταξε τα γνώριμα πρόσωπά τους λες και δεν τους είχε ξαναδεί, σαν να έψαχνε κάτι καινούριο πάνω τους. Τίποτε δεν είχε αλλάξει από χθες το απόγευμα, τίποτε. Η Ντένια, η Γωγώ κι ο Τάσος και ο Μητσάρας φυσικά, ήταν όλοι εκεί σε πλήρη απαρτία η παρέα. Ο Χάρης όπως πάντα σόλο, μη χαλάσει το γούρι βέβαια και βρει γυναίκα.....

Το υπόλοιπο μπορείτε να το βρείτε στο Logokipos.gr